Friday, October 5, 2007 στις 3:36 AM |  

Πέτρες και Λουλούδια: Ένας διάλογος για το black block στο Ρόστοκ (μετάφραση από Turbulence)

Διάλογος ανάμεσα στον John Holloway (συγγραφέα του "Αλλάζοντας τον κόσμο χωρίς να πάρουμε την εξουσία") και τον Vittorio Sergi (μέλος των Ιταλών YaBasta), για το πετρίδι με τους μπάτσους στις 2 Ιουνίου στο Ρόστοκ.
από united in diversity τελευταία τροποποίηση 4/10/2007 11:13

1)

Βιττόριο,

Τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν μετά το τέλος της πορείας ενάντια στους G8 στο Ρόστοκ το Σάββατο, 2 Ιουνίου, όπου σημειώθηκε μια έκρηξη παρατεταμένων και βίαιων συγκρούσεων ανάμεσα σε κάποιους διαδηλωτές (το γνωστό ως black block) και την αστυνομία, με συντάραξαν και με προβλημάτισαν. Η στάση μου ως προς τη βία του black block ήταν επικριτική, ωστόσο ένιωσα επίσης την ανάγκη να συζητήσω μαζί σου και να καταλάβω. Πιστεύω ότι πολλοί διαδηλωτές ένιωσαν έτσι, επικριτικοί αλλά με την επιθυμία να συζητήσουν και να κατανοήσουν, και όχι να καταδικάσουν (υπήρξαν, φυσικά, και αυτοί που απλώς καταδίκασαν την ενέργεια, αλλά αυτή δεν είναι η δική μου στάση).

Θέλησα να συζητήσω συγκεκριμένα μαζί σου επειδή γνωρίζω ότι βρισκόσουν στην καρδιά των συγκρούσεων και επειδή σε σέβομαι, πιστεύω πως μπορούμε να συζητήσουμε με ειλικρίνεια και χωρίς αποκλεισμούς. Στόχος μου δεν είναι να βγω νικητής από αυτήν τη συζήτηση ούτε να πετύχω κάποια συμφωνία, αλλά να κατανοήσω.

1) Επέτρεψέ μου να σου εξηγήσω πώς βίωσα τη διαδήλωση:

Οι φίλοι μου κι εγώ δεν είχαμε κάποια προκαθορισμένη θέση στην πορεία. Τη διατρέξαμε πριν ξεκινήσει, ψάχνοντας ένα ελκυστικό σημείο για να εισχωρήσουμε. Περάσαμε το μεγάλο μπλοκ των ανθρώπων (σε γενικές γραμμές νέων, κυρίως αντρών) που φορούσαν μαύρα. Πολλοί φορούσαν κουκούλες και άλλοι πολλοί είχαν καλύψει τα πρόσωπά τους. Τελικά μπήκαμε προς την αρχή της πορείας, ακριβώς πίσω από την ομάδα της σάμπα με τα κρουστά και τους χορούς. Από την δική μας οπτική, η διαδήλωση ήταν πολύ μεγάλη, πολύχρωμη και χαρούμενη. Υπήρχε μία τεράστια αστυνομική παρουσία στην άκρη του δρόμου, η οποία, ωστόσο, παρέμενε ακόμη ανενεργή. Μας εντυπωσίασαν ιδιαίτερα οι κλόουν και ο τρόπος με τον οποίο πλησίαζαν τους αστυνομικούς και τους κορόιδευαν, τους μιμούνταν, τους πέταγαν φούσκες, χόρευαν γύρω από τα περιπολικά, κλπ.

Όταν η πορεία έφτασε στο τέρμα της, το λιμάνι, ένιωσα πως είχε γίνει μια πετυχημένη, απολαυστική και πολύχρωμη διαδήλωση. Ύστερα από λίγο έφτασε και το black block και ένας φίλος παρατήρησε πως έμοιαζαν έτοιμοι για καυγά. Ένα λεπτό αργότερα ξέσπασαν οι συγκρούσεις, με διμοιρίες βαριά οπλισμένων αστυνομικών να τρέχουν προς όλες τις κατευθύνσεις και πολλούς νέους με μαύρα ρούχα να τους πετάνε πέτρες. Αυτή ήταν η πρώτη από τις εικόνες βίας που θα κυριαρχούσαν τόσο στα μέσα μαζικής ενημέρωσης όσο και στις συζητήσεις στο Ρόστοκ τις επόμενες μέρες.

2) Πιστεύω ότι αυτή η βία μου φάνηκε ανησυχητική για τρεις βασικούς λόγους:

Κατ’ αρχάς, ένιωσα πως επρόκειτο για την ανάπτυξη ενός διμερούς και προβλέψιμου τελετουργικού. Υπήρχαν δύο πλευρές προετοιμασμένες για τη μάχη, δύο πλευρές που γνώριζαν πως, μόλις ολοκληρωνόταν το προοίμιο της διαδήλωσης, θα λάμβανε χώρα μία ανοιχτή, βίαιη σύγκρουση, στην οποία η πλειοψηφία των διαδηλωτών θα ήταν απλοί θεατές. Αυτό που με προβλημάτισε ήταν ο προβλέψιμος και συμμετρικός χαρακτήρας της σύγκρουσης. Σε αυτό το σημείο υπήρχε μία έντονη αντίθεση με τους κλόουν, οι οποίοι αντιμετώπιζαν τους αστυνομικούς με τρόπο απόλυτα απρόβλεπτο και ασύμμετρο: ως προς τη σεξουαλικότητα, την κίνηση, τα ρούχα, τη συμπεριφορά, την επισημότητα, οι κλόουν ήταν το αντίθετο της αστυνομίας, ενώ το black block, ως προς τη στολή, τη σύσταση φύλου, την προδιάθεση για βία και την επισημότητα, έμοιαζε πολύ με την αστυνομία.

Κατά δεύτερο λόγο, με προβλημάτισε ο ανδροκρατούμενος χαρακτήρας του black block. Αν και υπήρχαν κάποιες γυναίκες και ίσως και κάποιοι ηλικιωμένοι, το μπλόκο κυριαρχούταν από νέους άντρες και η ατμόσφαιρα που επικρατούσε ήταν αυτή που συχνά συνδέεται με μεγάλες συγκεντρώσεις νέων αντρών: επιθετική, καυχησιάρικη, αδιάφορη ως προς τα συναισθήματα των υπόλοιπων.

Κατά τρίτο λόγο, επρόκειτο για μια διχαστική ενέργεια. Μου φάνηκε πως ήταν ενάντια στην επιθυμία της μεγάλης πλειοψηφίας των διαδηλωτών και προκάλεσε μεγάλη δυσφορία σε πολλούς. Οι συμμετέχοντες σε αυτήν την ενέργεια έμοιαζαν να απορρίπτουν τα συναισθήματα των άλλων ως ασήμαντα. Είχα την εντύπωση πως οι άλλοι διαδηλωτές θεωρούνταν κατά κάποιο τρόπο μεταρρυθμιστές η μη επαναστατικοί. Με άλλα λόγια, επρόκειτο για μια ταυτοτική πράξη, που επέβαλε μία ετικέτα στους άλλους και θεωρούσε τα συναισθήματά τους ασήμαντα. Μία αντι-ταυτοτική προσέγγιση θα αναγνώριζε τους άλλους ως ερχόμενους σε αντίφαση με τους εαυτούς τους και θα έψαχνε έναν τρόπο να αναταράξει τις αντιφάσεις που βρίσκονται μέσα τους.

Μία πολύ διαφορετική και πιο ευνοϊκή ερμηνεία αυτής της ενέργειας θα υποστήριζε πως αυτός ακριβώς ήταν ο στόχος της βίας: να επικαλεστεί το μίσος της αστυνομίας και να κινητοποιήσει τους συμμετέχοντες στην πορεία. Σε μία από τις συζητήσεις, κάποιος συνέκρινε το να ρίχνει κανείς πέτρες στην αστυνομία με το να καταλαμβάνει ένα σπίτι: και στις δύο περιπτώσεις βοηθά τους ανθρώπους να ξεπεράσουν το φόβο τους προς την αρχή. Μπορώ να κατανοήσω αυτό το επιχείρημα, ωστόσο το θεωρώ μάλλον αναληθές, υπό την έννοια ότι δεν νομίζω η ενέργεια να είχε αυτό το αποτέλεσμα. Πιστεύω ότι η κοροϊδία των κλόουν προς την αστυνομία ήταν μάλλον πολύ πιο αποτελεσματική στο να απομυθοποιήσει την κρατική εξουσία.

Ίσως αυτό που θέλω να πω είναι ότι σε κάθε ενέργεια, μεγάλη σημασία έχει το ζήτημα της απήχησης: δεν υποστηρίζω ότι κάθε ενέργεια θα έπρεπε να κριθεί μόνο ως προς την απήχησή της, ωστόσο η ικανότητά της να συντονιστεί με την επαναστατικότητα που υπάρχει σε καταπιεσμένη μορφή στους περισσότερους ανθρώπους είναι πολύ σημαντική. Και όχι μόνο αυτό. Η απήχηση είναι ένα ζήτημα ασυμμετρίας. Επιθυμία μας είναι να αναταράξουμε τον αντικαπιταλισμό που υπάρχει μέσα στους ανθρώπους και ο μόνος τρόπος να το πετύχουμε είναι μέσα από ενέργειες αντικαπιταλιστικής μορφής, ενέργειες που προτάσσουν συμπεριφορές και σχέσεις πολύ διαφορετικές από αυτές του καπιταλισμού. Μου φαίνεται ότι η απήχηση της ασυμμετρίας είναι το κλειδί για την προσέγγιση μορφών αντικαπιταλιστικής δράσης.

3) Εξηγώντας γιατί τα γεγονότα της 2ης Ιουνίου με ανησύχησαν και με προβλημάτισαν, δεν επιθυμώ απλώς να καταδικάσω τη βία. Είναι ξεκάθαρο ότι η βία που άσκησαν οι διαδηλωτές είναι ουσιαστικά μηδαμινή μπροστά στη βία που ασκεί ενάντιά μας καθημερινά το κεφάλαιο. Δέχομαι, επίσης, ότι ίσως υπάρχουν καταστάσεις στις οποίες η χρήση βίαιων μεθόδων να ενισχύει το κίνημα ενάντια στο κεφάλαιο. Ωστόσο, αυτό είναι το πρόβλημα: η συγκεκριμένη ενέργεια δεν έμοιαζε να υπολογίζει καθόλου το αποτέλεσμα που μπορεί να είχε στο κίνημα συνολικά. Ίσως κάνω λάθος και ίσως και να αδικώ πολλούς με τα λόγια μου, γι’ αυτό θα ήθελα πολύ να ακούσω την άποψή σου (εγώ και οποιοσδήποτε άλλος μπορεί να διαβάσει αυτό το κείμενο).

Φιλικά

Τζον

2) Τζον,

Το γράμμα σου, στο οποίο ασκείς κριτική στις βίαιες συγκρούσεις της 2ης Ιουνίου στο Ρόστοκ, μου φάνηκε μια εξαιρετική ευκαιρία για να ξεκινήσουμε μια ειλικρινή και απαραίτητη συζήτηση. Θα προσπαθήσω να απαντήσω σε όλες τις πιο σημαντικές ερωτήσεις.

Η απάντησή μου δεν οφείλεται σε κάποια αφηρημένη ανάγκη να απολογηθώ για τη βία ή για το black block, αλλά στην ανάγκη να εξηγήσω, ως μέρος της, τα αίτια, τα προβλήματα και την κατάσταση μιας ανοιχτής επαναστατικής διαδικασίας.

Απ’ όλες τις απόψεις, η διαδήλωση της 2ης Ιουνίου είχε έναν τελετουργικό και προβλέψιμο χαρακτήρα. Το ότι θα λάμβανε χώρα πριν τη συνάντηση κορυφής έριχνε μια σκιά επάνω στις επόμενες μέρες, όπου οι πιο ριζοσπαστικές ομάδες θα αντιμετώπιζαν μία μεγάλη εβδομάδα ενεργειών χωρίς την κάλυψη ενός μεγάλου γεγονότος κατά τη διάρκεια της συνόδου. Η διαδήλωση αποτελούσε επίσης μία προσπάθεια εκπροσώπησης ενός ενωμένου κινήματος, παρά τις διαφορές του. Αυτό το στοιχείο συνδέεται άμεσα με τη συνήθη δυναμική συνόδων και αντί-συνόδων που, εδώ και πάνω από δέκα χρόνια, αποτελεί μία από τις κύριες δημόσιες εκδηλώσεις των παγκόσμιων αντικαπιταλιστικών κινημάτων.

Από την άλλη, εξαιτίας των προηγούμενων στη Γερμανία και την υπόλοιπη Ευρώπη, η διαδήλωση της 2ης Ιουνίου είχε άλλον αέρα, υπήρχε ενέργεια και ελπίδα για ένα νέο ξεκίνημα για τα κοινωνικά κινήματα· αυτό επίσης εξηγεί τον μεγάλο αριθμό και το δυνατό αγωνιστικό πνεύμα των διαδηλωτών.

Όλα τα οργανωμένα πολιτικά υποκείμενα, από τους κλόουν που αναφέρεις μέχρι και την ATTAC και το ίδιο το black block, επιθυμούσαν να εκπροσωπηθούν στη μεγάλη σκηνή. Το ίδιο και η αστυνομία… είχε ανακοινώσει τη μεγαλύτερη επιχείρηση ασφαλείας στην ιστορία της, κινητοποιώντας 17.000 αστυνομικούς, και δεν είχε περιθώρια αποτυχίας…

Το ονομαζόμενο black block δημιουργήθηκε ως μία μεγάλη ομάδα αποτελούμενη από πολλές μικρότερες, πολύ διαφορετικές ως προς τη σύστασή τους και τη γεωγραφική τους προέλευση. Η ετικέτα (μαύρα ρούχα, καλυμμένα πρόσωπα) δεν πρέπει να παραπλανήσει κανέναν ως προς την ποικιλομορφία των ανθρώπων που βρίσκονταν εκεί.

Η ομάδα Dissent! έχει αναλάβει το ρόλο ενός κέντρου δικτύωσης και πληροφόρησης με τις ομάδες που τείνουν περισσότερο προς την άμεση δράση και δεν επιθυμούν να συμμετάσχουν στη συμμαχία του Block G8 η οποία, εξαιτίας του ευρύτερου και πλουραλιστικού χαρακτήρα της, συμπεριλάμβανε, μεταξύ άλλων, σημαντικά μεταρρυθμιστικά υποκείμενα, όπως είναι η ATTAC και το Γερμανικό τμήμα του κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, γνωστό ως “Die Linke”.

Έτσι, στο black block συμμετείχαν αναρχικές ομάδες από διάφορες χώρες (Πολωνία, Γερμανία, Δανία, Ολλανδία, Αγγλία, ΗΠΑ, Ελλάδα, Καταλονία) καθώς και αυτόνομες ομάδες από την Ιταλία, τη Σουηδία, τη Γαλλία, τη Χώρα των Βάσκων, την Ελβετία, τη Γερμανία, κ.α.

Πολλές αντιφασιστικές ομάδες, που στη Γερμανία δεν ανήκουν σε μία μοναδική οργάνωση αλλά είναι πολύ επηρεασμένες από την Antifascistiche Linke Berlin (μέρος της Παρεμβατικής Αριστεράς, δηλαδή και της συμμαχίας Block G8) ενώθηκαν επίσης στο black block από την ομάδα που βρισκόταν στο λεωφορείο με το σύνθημα «Make Capitalism History».

Έτσι, το black block έφτασε να περιλαμβάνει 3.000 με 5.000 ανθρώπους που αψήφησαν την απαγόρευση να καλύψουν τα πρόσωπά τους και να κρατούν ξύλα και άλλα μέσα αυτοπροστασίας στις διαδηλώσεις. Κοινός στόχος των συμμετεχόντων ήταν η άμεση επίθεση ενάντια στις ιδιοκτησίες τραπεζών και επιχειρήσεων καθώς και ενάντια στην αστυνομία. Υπήρξαν επίσης συζητήσεις για την μετρίαση της ισχύος των επιθέσεων ανάλογα με την αντίδραση της υπόλοιπης διαδήλωσης, και μία άποψη που εξέφρασε σχεδόν η πλειοψηφία των συμμετεχόντων ήταν να ληφθούν μέτρα ώστε αυτή να μην βλαφτεί.

Επομένως, δεν πιστεύω πως αυτή η απόφαση ήταν εντελώς αντίθετη με το πνεύμα και τις προθέσεις της υπόλοιπης πορείας. Ίσως ενός μέρους, αλλά σε αυτού του είδους τις διεθνείς διαδηλώσεις πάντα υπάρχουν πολλές διαφωνίες. Ωστόσο, μία πρακτική και μία αξία που έχουν εδραιωθεί σε αυτά τα χρόνια είναι ότι όλες οι μορφές διαμαρτυρίας έχουν το δικαίωμα «υπηκοότητας» στα πλαίσια του σεβασμού προς τους άλλους. Επίσης, το black block δεν θέλησε να παραμείνει στο περιθώριο της διαδήλωσης για πολιτικούς λόγους. Οι ριζοσπαστικές μορφές άμεσης δράσης αποτελούν επίσης μέρος του κινήματος, οι αγωνιζόμενες ομάδες που τις εξασκούν ή απλώς τις υποστηρίζουν ή συμμετέχουν μεμονωμένα σέβονται τις άλλες μορφές αγώνα και δεν θα είχε νόημα να τις διαχωρίσουμε.

Η τακτική, λοιπόν, του black block ήταν μία κλιμάκωση ενεργειών που οδήγησαν στην ανοιχτή σύγκρουση μόλις η διαδήλωση έφτασε στο λιμάνι, όπου βρίσκονταν συγκεντρωμένοι οι περισσότεροι αστυνομικοί.

Επίσης αληθεύει ότι το black block, όπως αναφέρεις, είχε σκοπό να συμπεριλάβει και να κινητοποιήσει την υπόλοιπη πορεία σε μία αντίσταση ενάντια στην αστυνομία και σ’ ένα σαμποτάζ ενάντια στις επιχειρήσεις, καταστρέφοντας τις προσόψεις τους. Πράγματι, αυτό συνέβη όταν η αστυνομία, απελπισμένη από την ανικανότητά της να προστατευθεί, επιτέθηκε ενάντια σε όλη την διαδήλωση και σε όσους έβλεπαν τη συναυλία. Εκείνη τη στιγμή πολλοί αντέδρασαν ποικιλοτρόπως, από το να πετάξουν πέτρες μέχρι να δημιουργήσουν αλυσίδες και να προχωρήσουν με τα χέρια ψηλά, καταφέρνοντας να συγκρατήσουν την επίθεση της αστυνομίας, παρά τα τεθωρακισμένα και τις αντλίες νερού.

Και ναι, το μπλόκο αποτελούταν κυρίως από νέους. Το γεγονός ότι δεν υπήρχαν τόσες γυναίκες όσοι άντρες συνδέεται με μία διαφοροποιημένη συμμετοχή σε ενέργειες και πρωτοβουλίες που εμφανίζεται σε πολλές άλλες συλλογικότητες και οργανώσεις και εξαρτάται από ένα ευρύτερο πρόβλημα μορφών και γλώσσας της πολιτικής δράσης. Παρ’ όλα αυτά, με εξέπληξε ο αριθμός των γυναικών που συμμετείχαν στις συγκρούσεις, κατά πολύ μεγαλύτερος από αυτόν που θα μπορούσε να είχε σημειωθεί στην Ιταλία.

Επίσης, βλέπεις το ότι ήταν κυρίως νέοι και ακραίοι ως ένα σημάδι έλλειψης κατανόησης προς άλλες μορφές ζωής και άλλες ηλικίες. Εγώ, αντιθέτως, θεωρώ πως είναι μία αφετηρία και μία απαραίτητη μορφή δημιουργίας ενός κοινού κινήματος που, όπως πάντα, ξεκινά από τους νέους εξαιτίας του επείγοντος χαρακτήρα, της οργής, του πάθους με τα οποία ασκείται η άρνηση του υπάρχοντος, «η άρνηση της άρνησης» στην πράξη.

Κοιτάζοντας προς το Μεξικό, προς την Οαχάκα, για παράδειγμα, η σύσταση στα οδοφράγματα ήταν διαφορετική· αυτό, ωστόσο, οφείλεται σε μια πολιτική και κοινωνική «λαϊκή» μορφή που στην Ευρώπη βρίσκεται ακόμη πολύ σπάνια και σε λίγα μέρη. Ο διαχωρισμός ανάμεσα στους νέους και τις άλλες γενιές είναι πιο βαθύς και οφείλεται σε πιο περίπλοκα αίτια πολιτικής σημασίας. Ωστόσο, αυτό δεν είναι ένα ζήτημα που μπορεί να λυθεί σε μια πορεία.

Ενάντια σε όσους μιλούν για μια γενιά βουτηγμένη στην κατάθλιψη και την απάθεια, εγώ, αντιθέτως, ένιωσα πολλή θετική ενέργεια και πολύ πάθος σε αυτήν την ομάδα. Πολλοί διαφορετικοί τρόποι ζωής και πολλή αποφασιστικότητα και διάθεση για να συνωμοτήσουμε όλοι και όλες μαζί με στόχο τη ριζική κοινωνική αλλαγή.

Σε μια πορεία, η δράση δεν είναι απλώς συμβολική, αλλά επιδιώκει την άμεση αποτελεσματικότητα. Απέδειξε, για παράδειγμα, ότι η αστυνομία δεν είναι άτρωτη μπροστά σε ένα πλήθος που παίρνει πρωτοβουλίες και συνεργάζεται. Απέδειξε, επίσης, πως ο αγώνας ενάντια σε ένα οικονομικό, κοινωνικό και στρατιωτικό σύστημα δεν μπορεί να περιοριστεί σε δρώμενα και δημόσιες στιγμές εκπροσώπησης (και διαμεσολάβησης)· αντιθέτως, ξεχειλίζει, λαμβάνει πρωτοβουλίες, μπορεί να ορίσει το χρόνο, το χώρο και τις μορφές μιας αντιπαράθεσης, την οποία μπορούμε επίσης να ονομάσουμε ταξική πάλη και η οποία δεν έχει λόγο να περιοριστεί στην προάσπιση του λίγου συλλογικού πλούτου που παραμένει στα χέρια του λαού.

Γι’ αυτό το λόγο, επισυνάπτω το κείμενο που προέκυψε από τη συζήτηση μεταξύ διαφόρων ομάδων που συμμετείχαν στην αγωνιστική πορεία της 2ης Ιουνίου και δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του Dissent!:

Το Σχέδιο Β έχει ήδη ξεκινήσει: ενωθείτε στη μάχη της χαράς

4 Ιουνίου 2007- διεθνείς ταξιαρχίες

Υπάρχουν κάποιες στιγμές όπου μοιάζει πρέπον, χωρίς καν να είναι ζήτημα υπολογισμού, να απευθυνθεί κανείς σε όλους με τον απλούστερο και αμεσότερο πιθανό τρόπο. Μία τέτοια στιγμή έχει φτάσει.

Θέλουμε να αναφερθούμε στα όσα συνέβησαν στις 2 Ιουνίου στην πόλη Ρόστοκ, κατά τη διάρκεια της διαδήλωσης ενάντια στους G8. Βεβαίως, μιλάμε από τη θέση ενός στρατευμένου, αλλά από μία θέση διαμορφωμένη από πολλαπλές φωνές που κάποιες φορές καταφέρνουν να γίνουν μία. Μια τέτοια στιγμή έχει φτάσει.

Στις 2 Ιουνίου, χιλιάδες άνθρωποι δεν περίμεναν να ξετυλιχτεί το τελετουργικό στο οποίο μας έχουν συνηθίσει τόσες φορές σε αυτό το κίνημα: κινητοποιήσεις, διαδηλώσεις, ενέργειες λιγότερο από συμβολικές, συνέδρια που στέφονται από εύκολα πορίσματα, προετοιμασμένα πριν καιρό από κάποιο σκοτεινό κρατικό λειτουργό. Ούτε δέχτηκαν να υιοθετήσουν τις φθαρμένες θέσεις όσων προσποιούνται ανησυχία για την κατάσταση του κόσμου και εγκαταλείπονται σε μία ευλαβή συμπόνια για τους πιο ατυχείς.

Αντίθετα, αυτοί οι χιλιάδες άνθρωποι δεν αισθάνθηκαν ικανοποιημένοι με το να αντιδράσουν ή να αντισταθούν· πήραν την πρωτοβουλία, επιτιθέμενοι συνειδητά ενάντια στα σημεία όπου, μέρα με τη μέρα, επεκτείνονται η καπιταλιστική εκμετάλλευση και η υλική αποτελεσματικότητα του παγκόσμιου εμφυλίου πολέμου. Οι G8 δεν αποτελούν απλώς την έκφραση της κυριαρχίας του κεφαλαίου πάνω στον πλανήτη, ένα θέατρο αμφίβολης ποιότητας όπου οι αρχηγοί σκηνοθετούν ένα ακόμη τελετουργικό, το τελετουργικό που τους χρησιμεύει για να κωδικοποιήσουν την κυριαρχία τους πάνω στις ζωές των ανθρώπων. Οι G8 αποτελούν το σύμβολο της καθημερινής κακοποίησης εκατομμυρίων ανθρώπων. Και να κατηγορούν εμάς για τη βία όταν εκείνοι είναι που έχουν τα χέρια βουτηγμένα στο αίμα!

Αυτό που συνέβη στο τέλος ήταν πολύ απλό: ελεύθερα άτομα αποφάσισαν να αντισταθούν συλλογικά και πρακτικά στα σύμβολα του καπιταλισμού και το μοχθηρό πρόσωπο του κράτους που ενσαρκώνουν όλες οι αστυνομικές δυνάμεις του κόσμου. Οι συνεδριάσεις και οι ομιλίες, όταν δεν συνοδεύονται από αναταραχές στους δρόμους των μητροπόλεών μας, προκαλούν μόνο υποψία και μοιρολατρία.

Θέλουμε επίσης να επισημάνουμε ακόμη μία αλήθεια ως προς τους συμμετέχοντες στη μάχη του Ρόστοκ: πρόκειται για άντρες και γυναίκες από κάθε γωνιά του κόσμου που δεν έχουν ανάγκη από καμία ταυτότητα για να αναγνωρίσουν ο ένας τον άλλον, να δημιουργήσουν συμμορίες και να γευθούν νέους τρόπους ζωής. Είμαστε οι «α-εθνοι» που επιδιώκουν να καταστρέψουν τα σύνορα – τόσο υλικά όσο και συμβολικά – που διαχωρίζουν τις ζωές μας, τη σκέψη και τα σώματά μας. Είμαστε φτιαγμένοι από πολλαπλές μοναδικότητες που επιθυμούν να ενωθούν για να δημιουργήσουν τις συνθήκες για μια πιο εκστατική ζωή. Ερχόμαστε από παντού, γι’ αυτό βρισκόμαστε παντού. Όσοι υποστηρίζουν το αντίθετο, ψεύδονται ασύστολα.

Υπάρχει και άλλη μια αλήθεια: πίσω από κάθε μαύρη μάσκα υπήρχε ένα χαμόγελο, σε κάθε πέτρα που πετιόταν ενάντια στον κοινό εχθρό υπήρχε χαρά, σε κάθε σώμα που αντιστεκόταν στην καταπίεση υπήρχε επιθυμία. Δεν τρέφουμε θλιβερά πάθη και μνησικακία, αν ήταν έτσι δεν θα είχαμε αγωνιστεί και αντισταθεί για τόσο καιρό. Γι’ αυτό, μην κοροϊδεύεστε, κοιτάξτε όσους βρίσκονται κοντά σας, όσους αγαπάτε· ίσως ανακαλύψετε πως ένα από αυτά τα σώματα, ένα απ’ αυτά τα χαμόγελα, ένα απ’ αυτά τα χέρια βρίσκονται στον αγώνα. Εύθυμα πάθη που συμπίπτουν και ενώνονται για να επιτεθούν στην αρχή: αυτό είναι το μυστικό των μαχών που διαδραματίζονται στην καρδιά της ασύμμετρης σύγκρουσης που μας φέρνει αντίθετους στη θλίψη των όπλων και των σωμάτων εξουσίας. Ατομικά δεν είμαστε τίποτα, μαζί είμαστε μια δύναμη. Μαζί είμαστε μια κομούνα: η κομούνα του Ρόστοκ.

Φτάσαμε όλοι εδώ με μια προσωπική και συλλογική ιστορία, μία ιστορία αγώνα και μάχης που διαδραματίζεται σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Δεν θέλουμε αυτό το γεγονός να εκληφθεί ως μία απλή συνέχεια του παλιού κύκλου αγώνων που, από την 11η Σεπτεμβρίου, μας έχει προσφέρει τόσες απογοητεύσεις. Αντιθέτως, πιστεύουμε ότι η 2η Ιουνίου ήταν το σημάδι μιας ισχυρής και αποφασισμένης ρήξης με αυτή τη φάση ήττας, και ότι αυτή η μάχη εγκαινιάζει νέες επιθέσεις. Ότι αυτή η ρωγμή μας επιτρέπει να διαφύγουμε όλοι μαζί προς την άλλη πλευρά του καθρέφτη, την πλευρά της ελευθερίας.

Και τώρα, σύντροφοι, φράσσουμε τις ροές…

Ζήτω η κομμούνα του Ρόστοκ και του Ρέντελιχ!

Διεθνείς Ταξιαρχίες

Η 2η Ιουνίου πρέπει να κριθεί επίσης λαμβάνοντας υπόψη τις υπόλοιπες ημέρες. Οι ίδιοι άνθρωποι που ενθάρρυναν τις συγκρούσεις, αφιέρωσαν τις υπόλοιπες μέρες τους στο να χτίζουν και να συμμετέχουν στις πολλές αυτοδιαχειριζόμενες πρωτοβουλίες των κατασκηνώσεων: στις κουζίνες, τα συλλογικά μπαρ, τα σεμινάρια, τα εναλλακτικά μέσα ενημέρωσης, τις γιορτές, τα πολιτικά και καλλιτεχνικά εργαστήρια, οι άνθρωποι (κυρίως νέοι, ναι…) επέστρεψαν στις θετικές και καθημερινές τους μορφές δράσης.

Οι μαζικοί αποκλεισμοί στις 6-7-8 ευνόησαν την ποικιλία των μορφών αγώνα και δράσης, κανένας δεν υπήρξε πιο αποφασιστικός από άλλους. Τόσο οι Dissent! όσο και οι Block G8, καθώς και μη οργανωμένες ομάδες και μεμονωμένα άτομα, συμμετείχαν στις διαδηλώσεις και στους αποκλεισμούς, σε σμήνη άλλων ειδών. Όλοι, από τους πιο ριζοσπαστικούς πασιφιστές μέχρι τις πιο σκληρές αναρχικές ομάδες, συνεργάστηκαν ώστε να μην εντατικοποιηθεί η βία σε αυτή τη σύγκρουση και να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα των αποκλεισμών.

Αυτό μας κάνει να σκεφτούμε ότι, στο μυαλό των περισσότερων συμμετεχόντων στις 2 Ιουνίου, το black block αποτελεί μία προσωρινή μορφή, ένα σμήνος και όχι το «στρατό του κινήματος». Επίσης, υπακούει σε μια αισθητική μορφή που έχει επηρεαστεί από το Γερμανικό κίνημα «Autonomen» της δεκαετίας του ’80 και από τον Αγγλοσαξονικό αναρχισμό, ιδιαίτερα ισχυρός στον περιβαλλοντικό αγώνα. Πρόκειται, επομένως, για μια παροδική μορφή, ένα είδος ευφυούς όχλου με μεγάλη ιστορία στην ριζοσπαστική ανυπακοή στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το να φορά κανείς μαύρα και να σκεπάζει το πρόσωπό του εξυπηρετεί πρακτικούς λόγους σε καιρούς γενικευμένου «βιντεοελέγχου». Επίσης αντικατοπτρίζει την απήχηση ισχυρών επαναστατικών συμβόλων, όπως είναι η κουκούλα: από τους Ζαπατίστας του 1994 μέχρι τον Κάρλο Τζουλιάνι στη Γένοβα το 2001, οι επαναστάτες καλύπτουν τα πρόσωπά τους για να γίνουν ορατοί.

Οι συγκρούσεις της 2ης Ιουνίου και των επόμενων ημερών θέτουν επειγόντως το ερώτημα του πώς να αντιδράσουμε ενάντια στο μηχανισμό καταστολής. Ο πασιφισμός και η ηθική του δεν μπορούν να αποτελέσουν άλλοθι για την ανικανότητα ή, ακόμη χειρότερα, όπως στην περίπτωση της ATTAC, για τη συνεργασία με καταπιεστικούς στρατιωτικούς μηχανισμούς. Βεβαίως, έχουν υπάρξει πολλοί συνεπείς πασιφιστές, τους οποίους έχω δει να δέχονται χτυπήματα και δακρυγόνα στο πρόσωπο επειδή προσπάθησαν να σπάσουν τις γραμμές της αστυνομίας, να βρίσκονται στο χώμα με σκυλιά και κλομπ να τους σκίζουν το δέρμα. Ωστόσο, πρέπει να κινητοποιηθούμε με τρόπο ευρύτερο και συντονισμένο για να μπορούμε να υπεραμυνθούμε αυτόνομους χώρους, στην επαρχία καθώς και στις πόλεις, να υπεραμυνθούμε απεργίες, αποκλεισμούς οδών και σιδηρόδρομων, διαδηλώσεις και συναντήσεις σε μία αυξανόμενη κατάσταση πολιορκίας και στρατιωτικοποίησης, τόσο στο Μεξικό όσο και στην Ευρώπη.

Γι’ αυτό δεν νομίζω ότι οι κλόουν, τους οποίους τόσο θαυμάζεις, είναι μία αποτελεσματική απάντηση σε αυτά τα ζητήματα. Ο ρόλος τους είναι πολύ θετικός στο να μπερδεύουν την αστυνομία και να πλήττουν το κύρος και την επιθετικότητά της, ωστόσο δεν μπορούμε όλοι να γίνουμε κλόουν, ούτε θα μπορούμε πάντα να σταματάμε τα τεθωρακισμένα με λουλούδια. Όλοι είμαστε απαραίτητοι, δεν μπορούμε να απορρίψουμε κανέναν σε αυτό το κίνημα και σε αυτήν την τόσο άνιση σχέση ισχύος.

Πάντα θα αγαπάμε τα λουλούδια, ωστόσο οι εποχές που βάζαμε λουλούδια στις κάνες των όπλων έχουν πια περάσει. Οι εικόνες των στρατιωτικών ελικοπτέρων που πετάνε πάνω από χιλιάδες άοπλους διαδηλωτές μεταφέροντας διμοιρίες, τα δακρυγόνα και οι έφιπποι αστυνομικοί που επιτίθενται στο ανυπεράσπιστο πλήθος μας μιλούν για την τρέλα και την επικινδυνότητα των σωμάτων ασφαλείας στις μέρες μας. Και δεν είναι λίγο. Μπροστά σ’ αυτό το φαινόμενο, οι περισσότερες ριζοσπαστικές ομάδες δεν απαντούν με το μιλιταρισμό· αντιθέτως, υπάρχει μία συνείδηση και μία απόρριψη της συμμετρικής βίας, της ιεραρχικής οργάνωσης και της αρχής. Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει μία αναζήτηση μορφών ισχύος, ικανότητας για να αλλάξουμε τις σχέσεις ισχύος μέσα από ασύμμετρες μορφές αντίστασης και επίθεσης.

Ελπίζω, λοιπόν, να απάντησα σε κάποιες ερωτήσεις και ίσως να ξεκαθάρισα κάποιες απορίες. Ωστόσο, όλα βρίσκονται σε μια ανοιχτή διαδικασία συζήτησης, αυτό είναι το θετικό του σημερινού κινήματος. Το Ρόστοκ ήταν μια νίκη μερική, αλλά ελπιδοφόρα.

Συνεχίζουμε να περπατάμε και να συζητάμε.

Σε χαιρετώ!

Βιττόριο

3)

Βιττόριο,

Συμφωνούμε σε πολλά, αλλά όχι σε όλα. Το ζήτημα της σύστασης του black block (ή ίσως του «black non-block») δεν είναι τόσο σημαντικό, αν και παραμένω καχύποπτος ως προς οποιαδήποτε ομάδα που αποτελείται κυρίως από νέους άντρες, και θα ήμουν ακόμη πιο καχύποπτος ως προς μία ομάδα που αποτελείται κυρίως από ηλικιωμένους άντρες. Και συμφωνώ στο ότι είναι σημαντικό να δούμε τη διαδήλωση στο πλαίσιο των ενεργειών όλης της εβδομάδας, όπου η ατμόσφαιρα πράγματι ήταν γεμάτη σεβασμό και ενότητα-στη-διαφορά. Συμφωνώ επίσης στο ότι η βία δεν είναι το κεντρικό ζήτημα: το επιχείρημά μου δεν είναι πασιφιστικό. Ωστόσο, όλη αυτή η ιστορία με τις πέτρες εξακολουθεί να με ανησυχεί.

Επέτρεψέ μου να υπογραμμίσω και πάλι ότι σέβομαι όσους πετάνε πέτρες στην αστυνομία. Αλλά, για ‘μένα, ο σεβασμός δεν μπορεί να είναι μόνο μία απλή συνύπαρξη: σημαίνει ότι λέμε «είμαστε σύντροφοι, γι’ αυτό πρέπει να συζητήσουμε ανοιχτά τις διαφορές μας και τις απορίες μας». Αυτός είναι ο σκοπός αυτών των σημειώσεων.

Βρισκόμαστε σε πόλεμο. Ας ξεκινήσουμε από ‘κει. Τα τελευταία περίπου είκοσι χρόνια (και ιδιαίτερα τα τελευταία πέντε) έχει σημειωθεί μια μεγάλη εντατικοποίηση της καπιταλιστικής βίας ενάντια στην ανθρωπότητα. Μπορούμε να το θεωρήσουμε ως τον Τέταρτο Παγκόσμιο Πόλεμο (όπως είπαν οι Ζαπατίστας) ή ως τον πόλεμο όλων των κρατών ενάντια σε όλους τους λαούς (όπως γράψαμε η Ελονα κι εγώ σε ένα άρθρο πριν κάποια χρόνια). Το ζήτημα, λοιπόν, είναι πώς να αγωνιστούμε σε αυτόν τον πόλεμο.

Ίσως η έννοια του πολέμου να είναι λίγο ατυχής, επειδή συνήθως παραπέμπει σε μια συμμετρία: ένας στρατός πολεμά έναν άλλον και δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην οργάνωση (τις κοινωνικές σχέσεις) των δύο πλευρών. Συνήθως δεν έχει και πολλή σημασία ποια πλευρά θα κερδίσει: όπως και να ‘χει, ο πόλεμος και η στρατιωτικοποίηση που τον συνοδεύουν ισοδυναμούν με την ήττα για την ανθρωπότητα, για το είδος των κοινωνικών σχέσεων που θέλουμε να χτίσουμε. Συνήθως κερδισμένη βγαίνει η πιο πολυπληθής, καλύτερα εξοπλισμένη και πιο έξυπνα επιθετική πλευρά.

Υπάρχουν δύο προβλήματα με το να σκεφτούμε τον αγώνα για ένα νέο κόσμο υπό αυτούς τους συμμετρικούς όρους. Κατ’ αρχάς, το πιο σίγουρο είναι ότι θα χάναμε: είναι αδύνατον να ανταγωνιστούμε τη στρατιωτική ισχύ των καπιταλιστικών κρατών. Και κατά δεύτερο λόγο, και ακόμη πιο σημαντικό: η συμμετρική οργάνωση σημαίνει ότι αναπαράγουμε τις κοινωνικές σχέσεις ενάντια στις οποίες αγωνιζόμαστε.

Το ερώτημα, λοιπόν, είναι πώς να αγωνιστούμε σε αυτόν τον πόλεμο ασύμμετρα. Η τεράστια δύναμη των λουλουδιών μέσα στα όπλα και των κλόουν που έρχονται αντιμέτωποι με την αστυνομία είναι ότι υπογραμμίζουν αυτήν την ασυμμετρία. Λένε ξεκάθαρα «η δύναμή μας είναι ότι δεν είμαστε σας εσάς και ποτέ δεν θα είμαστε σαν εσάς».

Λες ότι ίσως οι κλόουν και τα λουλούδια να είναι σημαντικά, αλλά δεν αρκούν. Λες «πρέπει να κινητοποιηθούμε με τρόπο ευρύτερο και συντονισμένο για να μπορούμε να υπεραμυνθούμε αυτόνομους χώρους, στην επαρχία καθώς και στις πόλεις, να υπεραμυνθούμε απεργίες, αποκλεισμούς οδών και σιδηρόδρομων, διαδηλώσεις και συναντήσεις σε μία αυξανόμενη κατάσταση πολιορκίας και στρατιωτικοποίησης, τόσο στο Μεξικό όσο και στην Ευρώπη. Γι’ αυτό δεν νομίζω ότι οι κλόουν, τους οποίους τόσο θαυμάζεις, είναι μία αποτελεσματική απάντηση σε αυτά τα ζητήματα». Ωστόσο, τι σημαίνει «άμυνα»; Αυτή δεν είναι «άμυνα» υπό καμία έννοια. Οι ένοπλες δυνάμεις του κράτους μπορούν να συντρίψουν όσους πετάνε πέτρες τόσο εύκολα όσο και αυτούς που κρατάνε λουλούδια, ή τους κλόουν. Πρέπει να κατανοήσουμε την άμυνα ως αποτροπή. Πώς μπορούμε να αποτρέψουμε το κράτος από το να χρησιμοποιήσει την πλήρη ισχύ της ένοπλης δύναμής του; Το να πετά κανείς πέτρες είναι πιο αποτελεσματικό από αυτή την άποψη από το να κρατά λουλούδια; Μάλλον όχι, επειδή η αποτροπή δεν προκύπτει από την υλική ισχύ αλλά από την απήχηση: την απήχηση που οι συμμετέχοντες καταφέρνουν να δημιουργήσουν σε όλη την κοινωνία. Είναι αυτή η απήχηση, πάνω απ’ όλα, που θέτει όρια στις πράξεις του κράτους: ο βαθμός στον οποίο αυτή η απήχηση κάνει το κράτος να φοβάται την κοινωνική αντίδραση που θα μπορούσε να προκύψει ύστερα από μία βίαιη καταστολή. Σκεπτόμενοι υπό όρους απήχησης και αντίδρασης, πρέπει να αναρωτηθούμε: είναι πιο εύκολο για το κράτος να καταστείλει βίαια μία ομάδα ανθρώπων που πετάνε πέτρες ή μία ομάδα ανθρώπων που κρατάνε λουλούδια; Η βίαιη καταστολή είναι δυνατή και στις δύο περιπτώσεις, ωστόσο θεωρώ ότι είναι μάλλον ευκολότερο για το κράτος στην περίπτωση αυτών που πετάνε πέτρες.

Ας πάρουμε τους Ζαπατίστας, για παράδειγμα. Πώς εξηγείται η ικανότητα των Ζαπατίστας να αντιστέκονται (μέχρι τώρα) σε μία βίαιη καταστολή από το κράτος; Όχι τόσο υπό όρους «άμυνας» όσο υπό όρους αποτροπής. Οι Ζαπατίστας έχουν αποτρέψει το κράτος από το να προχωρήσει σε μια βίαιη καταστολή με το να είναι οπλισμένοι για την αυτοάμυνά τους, αλλά κυρίως με τα ανακοινωθέντα τους που είχαν τόσο μεγάλη απήχηση σε όλον τον κόσμο. Ίσως θα έπρεπε να δούμε τους Ζαπατίστας ως ένοπλους κλόουν: είναι οπλισμένοι, ωστόσο συμπεριφέρονται πάντα με τρόπο που να υπογραμμίζει την ασύμμετρη σχέση τους με το κράτος. Η φυγή τους, με μουσική υπόκρουση, όταν ο στρατός επιτέθηκε στις 9 Φεβρουαρίου του 1995, αποτελεί ξεκάθαρο παράδειγμα. Ίσως η μεγαλύτερη δύναμη των Ζαπατίστας να βρίσκεται στο ότι πάντα αντιλήφθηκαν τον πόλεμο ως ένα ζήτημα αισθητικής και θεάτρου. Η πιο ξεκάθαρη αντίθεση στο Μεξικό είναι με τον EPR, που αποτελεί μία κλασική ένοπλη οργάνωση που ποτέ δεν κατάφερε (ή ίσως ποτέ δεν δοκίμασε) να προκαλέσει αυτού του είδους την απήχηση, που θα χρησίμευε ως άμυνα ενάντια στο κράτος.

Ποιος είναι πιο ριζοσπαστικός, ο EZLN ή ο EPR; Για ‘μένα, αναμφίβολα, ο EZLN, επειδή συνεχώς επαναπροσδιορίζει τον αγώνα και κυρίως επειδή είναι πολύ πιο ασύμμετρος στη σχέση του με το κράτος. Μπορώ όμως να κατανοήσω ότι για κάποιους ανθρώπους, ομάδες σαν τον EPR μπορεί να φανούν πιο ριζοσπαστικές, επειδή φαίνεται να εκπροσωπούν μία πιο άμεση και βίαιη αναμέτρηση με το κράτος.

Στον αγώνα του εναντίον μας, το κράτος συνεχώς προσπαθεί να αποδυναμώσει την κοινωνική απήχηση του κινήματός μας, εν μέρει ωθώντας μας προς μία πιο άμεση, συμμετρική αναμέτρηση μαζί του. Αν το καταφέρουν, η ανοιχτή καταστολή καθίσταται πολιτικά πιο εύκολη γι’ αυτούς. Αυτό είναι που με ανησυχεί: όχι μία ηθική καταδίκη της ρίψης πετρών, αλλά το ότι αυτό που φαίνεται πιο ριζοσπαστικό είναι στην πραγματικότητα λιγότερο ριζοσπαστικό και αποδυναμώνει τον αγώνα ενάντια στο κεφάλαιο.

Αν προσεγγίσουμε αυτό το ζήτημα υπό όρους του Τέταρτου Παγκοσμίου Πολέμου και του πώς να αγωνιστούμε σε αυτόν τον πόλεμο, θα πρότεινα ως αρχή αποτελεσματικότητας ότι ο αγώνας μας πρέπει να είναι ασύμμετρος ως προς αυτόν του κεφαλαίου. Η ασυμμετρία (η ξεκάθαρη εκδήλωση ότι δεν είμαστε σαν αυτούς και ποτέ δεν θα είμαστε σαν αυτούς) είναι κρίσιμης σημασίας για την ισχύ των αντικαπιταλιστικών απηχήσεων. Θα έπρεπε να υπάρχει χώρος για αυτούς που πετάνε πέτρες, αλλά πρέπει επίσης να υπάρχει χώρος για όσους λένε ότι το να πετάει κανείς πέτρες δεν είναι ένας πολύ αποτελεσματικός τρόπος πάλης (και, φυσικά, ότι τα όπλα θα ήταν ένας ακόμη λιγότερο αποτελεσματικός τρόπος).

Σε χαιρετώ

Τζον

4)

Τζον,

Από κάποια περίεργη σύμπτωση σου γράφω αυτήν την απάντηση ενώ επιστρέφω από το Μεξικό στην Ιταλία. Αναγκάστηκα να επιστρέψω για προσωπικούς λόγους, παρά το γεγονός ότι σήμερα εκφράζονται φόβοι για μια νέα βίαιη σύγκρουση στην πόλη της Οαχάκα, όπου βρισκόμουν την περασμένη εβδομάδα, όταν χιλιάδες άνθρωποι που θέλησαν να συμμετάσχουν στη λαϊκή γιορτή της Guelaguetza βρέθηκαν αντιμέτωποι με τη βίαιη καταστολή από την αστυνομία και το στρατό, με έναν απολογισμό πολλών τραυματιών και συλληφθέντων, αντρών και γυναικών.

Η πραγματικότητα της βίας, της απειλής της και της εφαρμογής της ενάντια στους αντιφρονούντες εμφανίζεται συνεχώς ως η πραγματικότητα της καταπίεσης, της ανισότητας, της εκμετάλλευσης. Δηλαδή, ως μια κοινωνική σχέση.

Και ως μια μορφή οργάνωσης, στρατιωτικών και στρατιωτικοποιημένων μηχανισμών και σωμάτων, όπως είναι ο στρατός και η αστυνομία. Η ιστορία των λαών είναι γεμάτη από αυτήν τη βία, η μνήμη της, τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη, καταγράφει μία μακρά αλυσίδα παραβιάσεων, αυθαιρεσιών, ατιμώρητων εγκλημάτων από πλευράς αυτών των οργανώσεων που έχουν ως λόγο ύπαρξης την άμυνα του κράτος και του κεφαλαίου.

Η συζήτησή αυτή μας οδήγησε σε κάποια σημαντικά ζητήματα, επάνω στα οποία έχω ακόμη κάποιες διαφωνίες μαζί σου, και θα ήθελα να στις σχολιάσω.

Συμφωνώ με την άποψή σου ως προς την ασυμμετρία. Έχει μεγάλη σημασία και προφανώς μεγάλη σχέση με τη σημερινή κατάσταση. Από την ανισότητα στις σημερινές σχέσεις κοινωνικής ισχύος, μπορούμε να σκεφτούμε ότι η ριζική αλλαγή δεν θα επέλθει από μια συμμετρική επανάσταση, σε ένα είδος αναποδογυρισμένου κόσμου, αλλά σε μία διαγώνια αλλαγή, σε μια τομή, χιλιάδες ρήξεις. Αυτή η οπτική προφανώς επηρεάζει τις πολιτικές πρακτικές και, επομένως, τις πολιτικές αναμέτρησης με τις θεσμοποιημένες εξουσίες. Γι’ αυτό πιστεύω ότι δεν αποκλείει την ανοιχτή αναμέτρηση. Θεωρώ ότι πρέπει να αναμείξουμε διάφορες μορφές δράσης σε αυτήν την ασύμμετρη αναμέτρηση, με τον ίδιο τρόπο που οι μορφές ρήξης της βίαιης κυριαρχίας που επιβάλλει σχέσεις εκμετάλλευσης εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις διαφορετικές πολιτισμικές και ιστορικές κληρονομιές. Η ίδια πρακτική μιας πορείας, για παράδειγμα, διαφέρει πολύ από τη Γερμανία ενάντια στους G8 ή τη Οαχάκα σήμερα το πρωί για να μποϊκοτάρει τη Guelaguetza της αυταρχικής κυβέρνησης του PRI, έτσι όπως το να συμμετάσχει κανείς σε μια ειρηνική διαδήλωση στο Πακιστάν, τη Γουινέα Κονακρί ή την Κολομβία ισοδυναμεί με το να βάζει κανείς τη ζωή του σε κίνδυνο. Έτσι, ανάλογα με το πλαίσιο, η βία με την οποία αμύνεται ο λαός έχει διαφορετική μορφή και φύση από αυτή της εξουσίας, έχει διαφορετικούς πολιτικούς στόχους, απαντά σε διαφορετικό κριτήριο, σε αυτό της άμυνας της αξιοπρέπειας και όχι της επιβολής μιας αφηρημένης τάξης και ευνομίας.

Προφανώς υπάρχουν και ζητήματα συμμετρίας, μορφών συντονισμού. Όταν σκεφτόμαστε μία ασύμμετρη αναμέτρηση με την εξουσία δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το ζήτημα της οργάνωσης. Οι ενέργειές μας μπορούν να είναι αυθόρμητες και δημιουργικές, αλλά πρέπει ταυτόχρονα να είναι συντονισμένες και οργανωμένες μαζί με άλλους ώστε να λαμβάνουν υπόψη τρεις βασικές πτυχές της ανάπτυξης κάθε επαναστατικής πολιτικής δράσης: το χρόνο, το χώρο και, όπως υπογράμμισε ο Μακιαβέλι, την ευκαιρία. Αναφερόμενος σε μία βίαιη αναμέτρηση με τις δυνάμεις του κράτους, λες: «Κατ’ αρχάς, το πιο σίγουρο είναι ότι θα χάναμε: είναι αδύνατον να ανταγωνιστούμε τη στρατιωτική ισχύ των καπιταλιστικών κρατών. Και κατά δεύτερο λόγο, και ακόμη πιο σημαντικό: η συμμετρική οργάνωση σημαίνει ότι αναπαράγουμε τις κοινωνικές σχέσεις ενάντια στις οποίες αγωνιζόμαστε».

Δεν συμφωνώ. Εφόσον διανύουμε τον «Τέταρτο Παγκόσμιο Πόλεμο» και η βία της εξουσίας δεν είναι απλώς αμυντική, δηλαδή δεν εμφανίζεται ως ένας αστυνομικός που φυλά μια τράπεζα αλλά μάλλον ως ένας ληστής που εισβάλλει στο σπίτι μας για να μας κλέψει, πρέπει να θεωρήσουμε την άμυνα απαραίτητη και να ποντάρουμε στην πιθανότητα ότι και οι ασύμμετρες μορφές αναμέτρησης μπορούν να δυσκολέψουν την στρατιωτική ισχύ των καπιταλιστικών κρατών.

Αν θεωρήσουμε ότι αυτό δεν είναι δυνατό, ότι δεν είναι δυνατό να σταματήσουμε την καταπίεση των ένοπλων ομάδων του κράτους, τότε η συμμετρική αναμέτρηση για την κατάκτηση της εξουσίας (και του ελέγχου των οργάνων καταπίεσης) θα γινόταν και πάλι η μόνη τραγική λύση για εμάς, τους από κάτω.

Ύστερα, κατά δεύτερο λόγο, θέλω να σχολιάσω την αναφορά σου στον EZLN. Συμφωνώ με την παρατήρησή σου ως προς τη θεατρική και τελετουργική αίσθηση αυτού του στρατού ιθαγενών αγροτών. Από τη δική τους οπτική, έτυχε να ακούσω ότι ακόμη και οι στρατιώτες είναι «αδέλφια». Οι Ζαπατίστας δεν στερούν τον εχθρό από την ανθρώπινη διάστασή του, προσπαθούν να διατηρήσουν το ανθρώπινο πρόσωπό του και έχουν καταφέρει, μέχρι τώρα, να αποφύγουν την παγίδα του αδελφοκτόνου πολέμου με τις παραστρατιωτικές ομάδες, παρά τα πολλά εγκλήματά τους. Η πολιτική μορφή πάλης τους είναι, αναμφισβήτητα, ιδιόμορφη, και το γεγονός ότι η διαμάχη στο νοτιοανατολικό Μεξικό δεν έχει καταλήξει σε σφαγή, όπως συνέβη πριν δέκα χρόνια στη Γουατεμάλα, είναι αναμφισβήτητα κάτι το θετικό που εξαρτάται, εν μέρει, από τον ίδιο τον EZLN. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο EZLN ήταν και είναι διατεθειμένος να πολεμήσει. Υπό αυτήν την έννοια, δεν νομίζω ότι αυτή η οργάνωση μπορεί να θεωρηθεί περισσότερο ή λιγότερο ριζοσπαστική από τον EPR, για παράδειγμα. Ο EPR είχε μέχρι τώρα έναν τρόπο λειτουργίας πιο κοντινό στις μορφές του παρελθόντος, πιο ανοιχτά επιθετικό και επικεντρωμένο στον εχθρικό στρατό· ωστόσο, το ότι ανήκει ξεκάθαρα σε μια μαρξιστική-λενινιστική πολιτική τοποθέτηση δεν σημαίνει ότι δεν θα υιοθετούσε φανερά ασύμμετρες μορφές ανταρτοπόλεμου αν αυτό οδηγούσε σ’ ένα στρατηγικό πλεονέκτημα. Αυτό που μπορούμε, μάλλον, να σημειώσουμε είναι ότι, απ’ όσο καταλαβαίνουμε, ο EZLN κατάφερε να προσαρμόσει και να ανανεώσει τις μορφές πολιτικής δράσης και ότι η εμπειρία «ασύμμετρης» πάλης παρέχει μία καλή βάση για την προσέγγιση των πιθανών μορφών επαναστατικής πολιτικής δράσης στο άμεσο μέλλον.

Παρά τις διαφορές μας, συμφωνώ με την ανησυχία σου ως προς την ανάγκη να μετατρέψουμε την ασύμμετρη αναμέτρηση σε μία αρετή του αντικαπιταλιστικού κινήματος, να εκφράσουμε την απόρριψή μας ως προς το σύστημα με τρόπο αρνητικό, μη διαλεκτικό.

Το ότι παίρνουμε στα σοβαρά τον «Τέταρτο Παγκόσμιο Πόλεμο» σημαίνει ότι ήδη βρίσκεται εν λειτουργία ένα σύστημα βίας εναντίον μας. Επομένως, η στρατηγική αναμέτρησής μας δεν μπορεί να κατηγορηθεί ως έναυσμα για την καταπίεση. Ίσως μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης για την δικαιολόγησή της, ωστόσο γνωρίζουμε ότι αυτό μπορεί να συμβεί και χωρίς μία αποτελεσματική δικαιολογία.

Λες: «Είναι αυτή η απήχηση, πάνω απ’ όλα, που θέτει όρια στις πράξεις του κράτους: ο βαθμός στον οποίο αυτή η απήχηση κάνει το κράτος να φοβάται την κοινωνική αντίδραση που θα μπορούσε να προκύψει ύστερα από μία βίαιη καταστολή». Αναμφίβολα, η απήχηση των πράξεών μας μπορεί να περιορίσει και να αποτρέψει το κράτος, και σίγουρα θα υπάρχουν πολλές διαδηλώσεις στις οποίες θα είναι καλύτερο να πετάμε λουλούδια παρά πέτρες. Ωστόσο, όπως μας απέδειξε η πρόσφατη ιστορία του λαού της Οαχάκα, υπάρχουν στιγμές στις οποίες γίνεται φανερό ότι η βία φτάνει από ψηλά, παρά τα λουλούδια μας και τους χορούς μας.

Ξεκινήσαμε τη συζήτησή μας στις διαμαρτυρίες ενάντια στους G8 στη Γερμανία και τελειώσαμε στους δρόμους της Οαχάκα, χωρίς να καταλήξουμε κάπου, θα έλεγα. Γνωρίζουμε ότι υπάρχει μία αναμέτρηση που αποτελείται από πολλές ταυτόχρονες αναμετρήσεις, και ότι τα όργανα ασφαλείας όλων των κρατών οργανώνονται και εξοπλίζονται ενάντια στον «εσωτερικό εχθρό».

Ωστόσο, γνωρίζουμε επίσης ότι η νίκη μας, από μια επαναστατική οπτική, πρέπει να ποντάρει στην ήττα του πολέμου και του εχθρού ταυτόχρονα. Δεν θα είχε νόημα να κερδίσουμε τον πόλεμο και να χάσουμε την αξιοπρέπειά μας.

Το πώς γίνεται, μπορούμε να το μάθουμε μόνο στην πράξη.

Πόλη του Μεξικού – Μαδρίτη, 23 Ιουλίου του 2007

5) Βιττόριο,

Φυσικά, έχεις δίκιο όταν λες ότι δεν μιλάμε μόνο για το Ρόστοκ αλλά για πολλές διαφορετικές καταστάσεις στον κόσμο που απαιτούν διαφορετικές απαντήσεις.

Σκεπτόμενος το Μεξικό, υπάρχει μία εικόνα που πολιορκεί το μυαλό μου τις τελευταίες μέρες: η διάσημη φωτογραφία των γυναικών Ζαπατίστας που κυριολεκτικά απωθούν με τα χέρια τους σωματώδεις ένοπλους στρατιώτες που προσπαθούσαν να εισβάλλουν στο χωριό τους. Αυτή η φωτογραφία κυκλοφόρησε ευρέως σε όλον τον κόσμο και είχε, αναμφίβολα, έναν τεράστιο πολιτικό αντίκτυπο. Αντικατοπτρίζει, για ‘μένα, τη δύναμη της ασυμμετρίας, ωστόσο θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι δημιουργεί μία ρομαντική και αναληθή εικόνα της κατάστασης στην Τσιάπας. Ίσως ένας τρόπος να κλείσουμε αυτόν το διάλογο (για την ώρα) θα ήταν να αφήσουμε αυτήν την εικόνα ως ερωτηματικό.

Φιλικά

Τζον.

********************************************************************************************

Το αρχικό κείμενο από το περιοδικό Turbulence

.

Τη μετάφραση την ψάρεψα στο mailing list του Σπόρου

.

Αναρτήθηκε από Autonome Bird Ετικέτες

1 σχόλια:

Autonome Bird said...

το κείμενο στα αγγλικά μπορείτε να βρείτε στο http://www.turbulence.org.uk/

October 14, 2007 at 4:03 AM  
Visit the Site
MARVEL and SPIDER-MAN: TM & 2007 Marvel Characters, Inc. Motion Picture © 2007 Columbia Pictures Industries, Inc. All Rights Reserved. 2007 Sony Pictures Digital Inc. All rights reserved. blogger templates